Τετάρτη 11 Νοεμβρίου 2009

Υπεράνω Υποψίας


Για να πεθάνουμε ήσυχοι. Γι’ αυτό έπρεπε ίσως ν’ ανταλλάξουμε δυο κουβέντες σ’ εκείνο το τραίνο. Ύστερα σκέφτηκα πως, και πάλι μάταιες οι προσπάθειες αφού κάθε τόσο προέκυπτε κάτι νέο που στο τέλος του ταξιδιού θα έμενε μισό. Κι ίσως τότε στ’ αλήθεια να ήταν σα να μην είχαμε πει τίποτα ή και τίποτα να μην είχαμε πει πραγματικά, όμως τι αξία έχουν οι υποθέσεις, οι σκέψεις και τι αξία οι λέξεις; Κι αυτό ήταν κάτι τόσο μακρινό όσο η αφετηρία μας και τόσο ξένο όσο ο προορισμός μας. Ήταν πια πολύ αργά. Έβγαλα λοιπόν το καπέλο του πεθαμένου κυρίου που καθόταν δίπλα και γύρισα όλα τα βαγόνια, όμως κανείς δεν είχε να μου δώσει κάποια πληροφορία για εκείνον που έψαχνα όλα αυτά τα χρόνια, ούτε καν ένα κουμπί, μόνο κέρματα που, μη ξέροντας τι να τα κάνω τα πέταξα από το παράθυρο, αφού υπέθεσα πως ίσως ο κύριος χρειαζόταν το καπέλο του- επιβαλλόταν για μια σεμνή τελετή- και σίγουρα δεν θα το ήθελε γεμάτο με την ευχαρίστηση του καθενός.

ε.σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου