Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010
Το αγόρι με τα μαγικά δάχτυλα
της Ειρήνης Σουργιαδάκη
Εικονογράφηση: Γιώργος Τσόπανος
Κάθεστε αναπαυτικά; Να σβήσουμε τα φώτα;
...Ο τελευταίος παρακαλώ να κλείσει και την πόρτα.
και να καθίσει. Τώρα δα, αρχίζει μια ιστορία
για ανθρώπους και για ξωτικά. Αν έχετε απορία
στο άψε σβήσε θα λυθεί μα κι αν την ξέρετε ήδη
ας απολαύσουμε μαζί το μαγικό ταξίδι,
πολύ μακριά πολύ παλιά στα βάθη και στα πλάτη
του χρόνου αυτού κι αυτής της γης, μα όχι σε παλάτι
ούτε και σε ανάκτορο ή σε σπίτι για σκύλο
δίπλα σε ένα ποταμό, μέσα σε έναν μύλο.
Μήλο όχι αυτό που τρώγεται, μα μύλο που γυρίζει
που αλέθει το σιτάρι μας και τα σακιά γεμίζει
με αλεύρι άσπρο κάτασπρο που ο φούρνος αγοράζει
και φτιάχνει ζυμωτό ψωμί και να ψηθεί το βάζει.
Μεταφερόμαστε λοιπόν πίσω μες στους αιώνες
τότε που δεν υπήρχανε του ρεύματος κολόνες,
τότε που ο κόσμος πίστευε ακόμα σε τελώνια
σε ξωτικά, νεράιδες κι αλλόκοτα δαιμόνια.
Έμμετρο παραμύθι για ενηλίκους,
που έχει τις ρίζες του σ’ έναν παραδοσιακό νορβηγικό μύθο.
ΣΕΛ: 48 / ISBN: 978-960-6738-53-3 / 6 €
ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΛΛΗΝΟΕΚΔΟΤΙΚΗ»
Πέμπτη 30 Δεκεμβρίου 2010
Δύο φιλοξενούμενες μαζί: Δέσποινα Γερασιμίδου- Βάλια Τσιριγώτη
Δέσποινα Γερασιμίδου
Το τελευταίο ποίημα της χρονιάς;
Άκουσε να δεις.
Να ακούσεις, να δεις, να πεις
και μετά να καταπιείς.
όλες τις λέξεις που άκουσες. μονορούφι.
για να τις ξεράσεις μετά στο επόμενο θύμα.
και να' ταν και κανένας μορφωμένος;
ούτε το σχολειό δεν είχε τελειώσει.
--
όταν καταπίνω λέξεις, φουσκώνει το στομάχι μου.
μία δυσφορία. και μετά το ακαταλόγιστο.
όχι που θα έφταιγα εγώ, που είν' τόσο βαριές οι λέξεις!
--
τι λες;
έχεις καμιά ωραία λέξη για σήμερα;
είμαι θεονήστικη, στο υπόσχομαι!
δε θα μου πέσουν βαριές.
λέγε.
-Ναβουχοδονόσορ
--
μερικές λέξεις είναι τόσο ψηλές
που δεν τις φτάνω.
--
εμένα μ' αρέσουν οι κοντές.
οι αμέτρητες λέξεις.
--
απ' αυτές που τάχα μ' μπορείς να βγάλεις
κάτι το υψηλό.
--
και μετά απ' αυτό το χωρίς νόημα μακρινάρι που σας έγραψα,
λέω να τις βάλω για ύπνο.
τις λέξεις.
τι νομίζετε; δε θέλουν κι αυτές ξεκούραση;
--
εγώ και οι λέξεις αυτού του ποιήματος
σας καληνυχτίζουμε και σας ευχόμαστε
μία χρονιά γεμάτη λέξεις!
artwork by Giorgos Tsopanos
Βάλια Τσιριγώτη
Πολιτισμική διαχείριση: ΧΩΡΙΣΜΟΣ
Aφού ξεκοκκαλίσαμε τις σάρκες μας
και μείναμε λειψοί
-κι αφού τα χαμε πια σκοτώσει όλα
και τι προσμέναμε δεν ξέραμε-
χύναμε κροκοδείλια δάκρυα
να ξεπλυθεί η μπανιέρα
μη δουν οι γείτονες τα αίματα.
Η μόνη προδοσία μας
η μυρουδιά των απολυμαντικών
στα βαθουλώματα που αφήνουν οι κυνόδοντες.
Ο μεγαλύτερος μας φόνος,
να πνίγουμε τα βράδια
τα πλαστικά παπάκια μας.
Το τελευταίο ποίημα της χρονιάς;
Άκουσε να δεις.
Να ακούσεις, να δεις, να πεις
και μετά να καταπιείς.
όλες τις λέξεις που άκουσες. μονορούφι.
για να τις ξεράσεις μετά στο επόμενο θύμα.
και να' ταν και κανένας μορφωμένος;
ούτε το σχολειό δεν είχε τελειώσει.
--
όταν καταπίνω λέξεις, φουσκώνει το στομάχι μου.
μία δυσφορία. και μετά το ακαταλόγιστο.
όχι που θα έφταιγα εγώ, που είν' τόσο βαριές οι λέξεις!
--
τι λες;
έχεις καμιά ωραία λέξη για σήμερα;
είμαι θεονήστικη, στο υπόσχομαι!
δε θα μου πέσουν βαριές.
λέγε.
-Ναβουχοδονόσορ
--
μερικές λέξεις είναι τόσο ψηλές
που δεν τις φτάνω.
--
εμένα μ' αρέσουν οι κοντές.
οι αμέτρητες λέξεις.
--
απ' αυτές που τάχα μ' μπορείς να βγάλεις
κάτι το υψηλό.
--
και μετά απ' αυτό το χωρίς νόημα μακρινάρι που σας έγραψα,
λέω να τις βάλω για ύπνο.
τις λέξεις.
τι νομίζετε; δε θέλουν κι αυτές ξεκούραση;
--
εγώ και οι λέξεις αυτού του ποιήματος
σας καληνυχτίζουμε και σας ευχόμαστε
μία χρονιά γεμάτη λέξεις!
artwork by Giorgos Tsopanos
Βάλια Τσιριγώτη
Πολιτισμική διαχείριση: ΧΩΡΙΣΜΟΣ
Aφού ξεκοκκαλίσαμε τις σάρκες μας
και μείναμε λειψοί
-κι αφού τα χαμε πια σκοτώσει όλα
και τι προσμέναμε δεν ξέραμε-
χύναμε κροκοδείλια δάκρυα
να ξεπλυθεί η μπανιέρα
μη δουν οι γείτονες τα αίματα.
Η μόνη προδοσία μας
η μυρουδιά των απολυμαντικών
στα βαθουλώματα που αφήνουν οι κυνόδοντες.
Ο μεγαλύτερος μας φόνος,
να πνίγουμε τα βράδια
τα πλαστικά παπάκια μας.
Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010
Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010
Σήμερα
artwork by Giorgos Tsopanos
Σήμερα δεν υπάρχει πια τίποτα για να κρεμαστείς
Ούτε σκοινί ούτε δέντρο ούτε κολώνα του ρεύματος
Ούτε καν άνθρωπος
Σήμερα πέφτουν μόνο λίγες σταγόνες βροχής που τις μαζεύω για να στις χαρίσω όταν θα έρθεις
Έχουν μέσα τους κομμάτια από μάρμαρο, ένα παλιό ρούχο που δεν είναι δικό μου, νύχια, δόντια, μια τούφα άσπρα μαλλιά κι άλλα, φανταστικά πράγματα. Τις φυλάω προσεχτικά και στέκομαι εδώ για πάντα, για όσο χρειαστεί.
Θα κρατήσω την αναπνοή μου κι αυτές τις σταγόνες στα χέρια μου, κάποτε θα κρεμαστώ πάνω τους και θα σε περιμένω.
Δεν θα διψάσω ποτέ.
ε.σ.
Σάββατο 11 Δεκεμβρίου 2010
Φιλοξενούμενη: Βάλια Τσιριγώτη- "Νυκτόβιοι"
σπουδή πάνω στον ομώνυμο πίνακα του E.Hopper
Σου γράφω από μια διάσταση 30Χ60.
Μοιάζουμε με κεινη τη συλλογή πεταλούδων
στην άκρη του μπαρ.-Μια πινακίδα
το ονοματίζει ΚΑΖΑΜΠΛΑΝΚΑ.-
Ο αποστεωμένος μπάρμαν προσφέρει οινόπνευμα
και εμείς θυσιάζουμε τις γόπες μας στη λησμονιά.
Που και που μετράμε τα νομίσματα μας.
Μα δεν περισσεύει κανένα για ευχή.
Εσύ κάθε μεσάνυχτα ρωτάς
τι γίναν τα μάτια μας.
Ο άλλος ισιώνει τη γραβάτα,
ψελλίζει κάτι για ένα πόλεμο στους δρόμους.
Το ημερολόγιο γράφει 1942.
Κάθε που σωπαίνετε ξεκλέβω ένα σκοτεινό τετραγωνικό
και ροκανίζω με μανία τα ξύλινα θεμέλια.
Μα δεν προλαβαίνω ποτέ.
Πάντα ξυπνάς από τον κρότο του όπλου
στη χώρα που σε γέννησε.
Το ημερολόγιο γράφει 2000 και 11
Σου γράφω από μια διάσταση 30Χ60.
Μοιάζουμε με κεινη τη συλλογή πεταλούδων
στην άκρη του μπαρ.-Μια πινακίδα
το ονοματίζει ΚΑΖΑΜΠΛΑΝΚΑ.-
Ο αποστεωμένος μπάρμαν προσφέρει οινόπνευμα
και εμείς θυσιάζουμε τις γόπες μας στη λησμονιά.
Που και που μετράμε τα νομίσματα μας.
Μα δεν περισσεύει κανένα για ευχή.
Εσύ κάθε μεσάνυχτα ρωτάς
τι γίναν τα μάτια μας.
Ο άλλος ισιώνει τη γραβάτα,
ψελλίζει κάτι για ένα πόλεμο στους δρόμους.
Το ημερολόγιο γράφει 1942.
Κάθε που σωπαίνετε ξεκλέβω ένα σκοτεινό τετραγωνικό
και ροκανίζω με μανία τα ξύλινα θεμέλια.
Μα δεν προλαβαίνω ποτέ.
Πάντα ξυπνάς από τον κρότο του όπλου
στη χώρα που σε γέννησε.
Το ημερολόγιο γράφει 2000 και 11
Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010
Ο Νυκτόβιος
Edward Hopper- Nighthawks
Αυτός ο άνθρωπος διάλεξε ένα κανονικό ποτό
το παράγγειλε
το ήπιε πλήρωσε μ’ ένα ψεύτικο χαρτονόμισμα
ύστερα
μάζεψε τα παιχνίδια του
έβαλε τις πιτζάμες του
φίλησε τη μητέρα του και έπεσε για ύπνο
Λίγες ώρες μετά
ο μπάρμαν ήρθε στο σπίτι του
ξεκλείδωσε την πόρτα ή μπήκε από την κλειδαρότρυπα- δεν ξέρω
και στα κρυφά χώθηκε κάτω από το μαξιλάρι του
«Θα σε κεράσω και κάτι», του είπε.
ε.σ.
Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010
Ιστορία αφύπνισης
Κάποτε, μια γυναίκα έκλεισε την καρδιά της σ΄ένα κλουβί. Και στη θέση της έβαλε ένα καλοκουρδισμένο ρολόι. Μόνο που ρύθμισε λάθος το ξυπνητήρι. Και τώρα ξυπνάει μέσα στη νύχτα και πρέπει να βρει κάτι να κάνει. Κάθεται έτσι δίπλα στο κλουβί και ακούει την καρδιά της. Χτυπάει ακόμα σ΄εκείνο τον αλλόκοτο πένθιμο ρυθμό των εγκλεισμών.
α.κ.
Πέμπτη 18 Νοεμβρίου 2010
Ειρήνη Σουργιαδάκη- "Το αγόρι με τα μαγικά δάχτυλα"
εικονογράφηση: Γιώργος Τσόπανος
Στα βιβλιοπωλεία
κι επίσης, κάθε Σάββατο στις 18.15
και Κυριακή στις 15.30 με ταυτόχρονη μετάφραση στην ελληνική νοηματική
στο θέατρο ΠΚ από την ομάδα Αντάμαπανταχού
διαβάστε περισσότερα:
http://pktheater.gr/index.php?target=play&alias=To_agori_meta_magika_daxtyla
Στα βιβλιοπωλεία
κι επίσης, κάθε Σάββατο στις 18.15
και Κυριακή στις 15.30 με ταυτόχρονη μετάφραση στην ελληνική νοηματική
στο θέατρο ΠΚ από την ομάδα Αντάμαπανταχού
διαβάστε περισσότερα:
http://pktheater.gr/index.php?target=play&alias=To_agori_meta_magika_daxtyla
Κυριακή 7 Νοεμβρίου 2010
Σαν κάτι
Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010
Κομμάτια
Έπειτα ήρθε εκείνη η γυναίκα από μακριά.
Έφτασε από τον ωκεανό κολυμπώντας ως εδώ.
Τα παραμορφωμένα άκρα της γλιστρούσαν απαλά στο νερό
όταν όμως βγήκε στην ακτή έσπασε.
Οι συγγενείς που την περίμεναν κόλλησαν τα κομμάτια
όμως εκείνη παραπονιέται πάντα
ότι έκαναν πρόχειρη δουλειά
και πάει κάθε μέρα στο γιατρό
ζητώντας του να τη σπάσει.
Εκείνος αρνείται
και εκείνη παίρνει το σφυρί
τσακίζει τις νύχτες τα μέλη της
και λίγο πριν ξημερώσει
τα ξανακολλάει πως και πως.
Κάθε βράδυ.
Κάθε βράδυ.
Έτσι κοιμάται.
Κομμάτια.
α.κ.
Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010
Δείπνο
"Alone" by Giorgos Tsopanos
Τις κρύες νύχτες μαγειρεύω μόνη
Μοιράζω πιάτα γύρω στο τραπέζι
βάζω τη μουσική να σιγοπαίζει
καθώς κόβω στα δύο ένα λεμόνι
Βγάζω ψωμί, διπλώνω τις πετσέτες
ανοίγω το μπουκάλι το κρασί
τραπεζομάντηλο φοράω θαλασσί
για να ξαπλώσουν του ψωμιού οι φέτες
Σερβίρω το κρασί σ’ ένα ποτήρι
λέω, ‘Στην υγειά μας, πάντα ευτυχισμένοι!’
Ξέρω πως άργησαν πολύ οι καλεσμένοι
όμως στο τέλος θα μου κάνουν το χατίρι
να ‘ρθουν να φάμε όλοι αγαπημένοι...
Κι ας είναι χρόνια τώρα πεθαμένοι.
ε.σ.
Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010
Φιλοξενούμενος: Ν.Γ.Λυκομήτρος "ΔΕΚΑ ΕΚΔΟΧΕΣ ΜΙΑΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΑΣ"
Σημείωμα 1ο
( η εκδοχή του άθεου )
Εδώ και πολλά χρόνια καθηγητές, ιερείς και μοναχοί έχουν βαλθεί να με πείσουν πως η ζωή είναι ένα δώρο το οποίο έδωσε ο Θεός στους ανθρώπους. Συνεπώς θα ήταν καθαρή τρέλα να πετάξει κανείς αυτό το δώρο. Απ’ την άλλη βέ-βαια, το να φύγει κανείς απ’ τη ζωή ισοδυνα¬μεί με την περιφρόνηση της θεϊκής εντολής. Έτσι πήρα αυτή την απόφαση ως μια ύστατη πράξη εξέγερσης έναντι του Θεού.
Σημείωμα 2ο
( η εκδοχή του ερωτευμένου )
Είναι προφανές πως αφού δεν τρώω, δεν κοι-μάμαι και δεν εργάζομαι, έχω πάρα πολύ χρό¬νο να σκεφτώ. Το μεγαλύτερο κομμάτι των σκέψεων μου είναι αφιερωμένο σε σένα. Όμως, σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει συνήθως, εγώ δε σκέφτομαι το μέλλον και την κοινή μας ζωή. Ψάχνω να βρω έναν τρόπο ώστε να ενωθούμε μια για πάντα. Νομίζω πως τελικά τον βρήκα. Ελπίζω να συμφωνήσεις μαζί μου.
Σημείωμα 8ο
( η εκδοχή του επαναστάτη )
Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης αργεί να έρθει. Οι προλετάριοι (λούμπεν και μη) δε λένε να σπάσουν τις αλυσίδες. Ο λαός επιμένει ν’ α-κολουθεί τις φωτισμένες πρωτοπορίες. Η κοι-νωνία του θεάματος εξακολουθεί να αντιστέκε-ται. Η πατριαρχία συνεχίζει να υφίσταται. Κι ε-γώ, που δεν είμαι καν επαγγελματίας επανα-στάτης, λέω να ξεκινήσω μια δεύτερη εωσφορική εξέγερση βαδίζοντας στο αριστερό μονοπάτι.
Σημείωμα 7ο
( η εκδοχή του αποτυχημένου εραστή )
Προσπάθησα και ξαναπροσπάθησα. Επιστρά-τευσα όλες μου τις δυνάμεις. Χρησιμοποίησα όλα τα μέσα (θεμιτά και αθέμιτα). Παραμέρι¬σα την αξιοπρέπεια και τον εγωισμό. Όμως δεν ήμουν ικανός να πετύχω την παραμικρή νί¬κη. Τελικά η απόρριψη έγινε συνήθεια. Τώρα το μόνο που φοβάμαι είναι να μη με απορρίψει ο θάνατος.
Σημείωμα 3ο
( η εκδοχή του οικογενειάρχη )
Όλ’ αυτά τα χρόνια προσπάθησα ν’ αντεπεξέλ-θω στις δυσκολίες. Έκανα ό,τι καλύτερο μπο-ρούσα, μα δεν ήταν αρκετό. Ένιωσα τις ευθύνες να με πνίγουν. Δε στάθηκε δυνατό να τηρήσω τις υποσχέσεις μου. Τώρα θα πρέπει να ζήσω με τις τύψεις. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο. Μπροστά σ’ αυτή την προοπτική, ακόμα και ο θάνατος μου φαίνεται πιο προσιτός. Είναι, αν θέλεις, ο εύκολος τρόπος διαφυγής.
Σημείωμα 5ο
( η εκδοχή του νέου )
Μπορεί να μην έχω ζήσει και πολλά χρόνια, αλλά έχω καταλάβει προς τα πού πηγαίνουν τα πράγματα. Εδώ και αρκετό καιρό προσπαθώ να εκμεταλλευτώ το χρόνο μου όσο το δυνατόν καλύτερα, μα δε βρίσκω κάτι αξιόλογο να κά-νω. Ίσως ήρθε η ώρα να βιάσουμε την ιστορία και να επιταχύνουμε τις εξελίξεις. Έτσι κι αλ-λιώς, ποτέ δεν υπήρξα νέος.
Σημείωμα 4ο
( η εκδοχή του καθηγητή )
Επί είκοσι συναπτά έτη διδάσκω τα ίδια πράγ-ματα με τον ίδιο τρόπο. Έχω χάσει κάθε εν-διαφέρον γι’ αυτή την ιστορία. Ήλπιζα πως θα το παρατηρούσε κάποιος και θα ζητούσε να με απολύσουν. Όμως όλοι είναι χαμένοι στο μι-κρόκοσμό τους. Αν δεν πάω αύριο στη δουλειά δε θα το παρατηρήσει κανείς. Άρα πρέπει να πάρω πιο δραστικά μέτρα.
Σημείωμα 6ο
( η εκδοχή του ηλικιωμένου )
Ξόδεψα τόσα χρόνια αναζητώντας κάτι που ή-ξερα απ’ την αρχή πως δε θα το έβρισκα ποτέ. Τώρα πια έχω καταλάβει ότι η ευτυχία είναι μια ψευδαίσθηση που διαρκεί ελάχιστα. Έχω επίσης συνειδητοποιήσει πως το κυνήγι της ο¬δηγεί στην κατασπατάληση του χρόνου ζωής που έχει δοθεί στον καθένα από μας. Αφού λοιπόν κατανάλωσα (σχεδόν) το χρόνο που μου αναλογούσε, αποφάσισα να επιστρέψω το υπό-λοιπο που μου απομένει. Υπάρχει άλλωστε και η μετενσάρκωση. Ή μήπως όχι;
Σημείωμα 9ο και 10ο
( η τελική εκδοχή )
Βαρέθηκα να είμαι το σκιάχτρο αυτού του ι-διότυπου ψυχιατρείου. Τα χάπια που μου έδι¬ναν δεν τα κατάπινα, τα συγκέντρωνα. Τώρα έχω ένα πολύχρωμο σύνολο από δαύτα και σκέφτομαι αν πρέπει να τα καταπιώ ή να τα διαλύσω σε νερό. Όπως και να ’χει, θα στενο-χωρήσω τους θεοσεβούμενους. Θα σε πάρω και σένα μαζί, για συντροφιά. Έτσι δε θα βρεθεί κανείς να ειδοποιήσει τους δικούς μου. Τα βι-βλία μου τα πέταξα. Δε θα μου χρειαστούν. Ευτυχώς το σώμα μου είναι σφριγηλό και νεα-νικό, οπότε θα το καλοδεχτεί ο ιατροδικαστής. Αν ξαναγεννηθώ, ελπίζω να μην ξανακάνω τα ίδια λάθη. Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ βαρετό. Μάλλον θα διαλύσω τα χάπια σε νερό. Ίσως το μείγμα δώσει λίγο χρώμα στη ζωή μου...
Πέμπτη 23 Σεπτεμβρίου 2010
Ένα μεταπτυχιακό, δεκαεννιά φοιτητές, τέσσερις ταινίες μικρού μήκους, ένα μπλογκ και ένα σινε-πάρτυ.
(stills από την ταινία "Από τον έναν στον άλλο" των: Κατερίνας Αποστολοπούλου, Βασίλη Κόκκοτα, Δάφνης Σταυροπούλου και Ειρήνης Σουργιαδάκη)
Το Cine Panteion σας προσκαλεί στην προβολή των ταινιών μικρού μήκους, που δημιουργήθηκαν στα πλαίσια του μαθήματος "Παραστατικές Τέχνες ΙΙ", του καθηγητή κ. Γιάγκου Ανδρεάδη, κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού "Πολιτιστικής Διαχείρισης" του τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου, την ακαδημαϊκή χρονιά 2009-2010.
Οι ταινίες
* Μονάδα (13')
* Υπόγεια Διάβαση (12')
* Από τον έναν στον άλλον (9')
* Ονειροβάτης (21')
μετά την προβολή τους στο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας, θα προβληθούν τη Δευτέρα, 18 Οκτωβρίου 2010 και ώρα 20.00 στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας.
Ιερά Οδός 48 και Μεγάλου Αλεξάνδρου 134-136, Αθήνα
Θα χαρούμε να μας τιμήσετε με την παρουσία σας.
Από το ιστολόγιο
http://cinepanteion.blogspot.com
Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010
Ίδρυμα «Τάκης Σινόπουλος», Ποιητικό Εργαστήρι 2010-2011
Eάν είσαι νέος ή νέα από 18 έως 30 ετών, αγαπάς την ποίηση και γράφεις ποιήματα δήλωσε συμμετοχή στο Ποιητικό Εργαστήρι του Ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος» που θα λειτουργήσει από το Φθινόπωρο του 2010 έως την Άνοιξη του 2011.
* Στείλε με το ταχυδρομείο, συμβατικό ή ηλεκτρονικό, 3-5 σελίδες δείγμα της ποιητικής σου δουλειάς. (Συμπλήρωσε: ιδιότητα, ηλικία, διεύθυνση, τηλέφωνο)
* Μέρος της ποιητικής σου δουλειάς στο Εργαστήρι θα δημοσιευθεί την επόμενη χρονιά στο περιοδικό του εργαστηρίου «Τα Τετράδια του Ελπήνορα», ενώ θα έχεις την ευκαιρία να γνωρίσεις και να συνεργαστείς από κοντά με σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής ποίησης.
* Όσοι επιλεγούν θα βραβευθούν με το εφάπαξ σπουδαστικό επίδομα των 300,00 ευρώ.
Ο κύκλος των σπουδών θα είναι διετής. Ο πρώτος χρόνος θα είναι αφιερωμένος στη ελληνική και ο δεύτερος στην ευρωπαϊκή ποίηση.
Τις εργασίες του Ποιητικού Εργαστηρίου θα διευθύνουν η ποιήτρια και φιλόλογος Τασούλα Καραγεωργίου και η ποιήτρια και καθηγήτρια του πανεπιστημίου Αθηνών της αγγλικής λογοτεχνίας Λιάνα Σακελλίου.
Το ποιητικό Εργαστήρι λειτουργεί από το Φθινόπωρο εώς την Άνοιξη του επομένου έτους στην έδρα του Ιδρύματος στον Περισσό.
Δηλώσεις συμμετοχής το αργότερο έως 30 Σεπτεμβρίου 2010. Το Ίδρυμα θα βεβαιώνει, με επιστολή του —έντυπη ή ηλεκτρονική— την παραλαβή.
Οι ποιητικές εργασίες να στέλνονται στην έδρα του Ιδρύματος: Τάκη Σινόπουλου 22, 111 42 ΠΕΡΙΣΣΟΣ, ή —συνιστάται ιδιαιτέρως— με e-mail στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Ιδρύματος: elpenor@otenet.gr
Πληροφορίες στο τηλέφωνο 210-2583416, ώρες 10-13 κάθε πρωί.
Τρίτη 24 Αυγούστου 2010
Πρώτη πεινασμένη ιστορία
Μια μαυροφορεμένη γυναίκα καθισμένη στο πλατύσκαλο ενός καθρέφτη πλέκει με λευκή κλωστή την ιστοριογραφία από τα αποσπασμένα ξεροκόμματα του κόσμου. Στις αυλακώσεις του προσώπου της ρέει ο χρόνος, τραυματισμένος από τα πρωινά ξυπνήματα και τους θρήνους των οριστικών αποχωρισμών. Στο κουβάρι της έχει τυλίξει όλη τη γη και
όπως ξεδιπλώνεται γυρίζει, γυρίζει, γυρίζει…
Εκείνο το γυμνό πρωινό μαζεύτηκαν για το έσχατο συσσίτιο οι μνήμες όλης της ανθρωπότητας η βουβαμάρα των κλειστών παράθυρων και η φλυαρία των τρελών σε μια ουρά απέραντη να εκτείνεται πέρα από τον ρημαγμένο ορίζοντα των πεινασμένων. Το γεύμα ήταν λειψό ψωμί και σούπα από κρέας σάπιο πρώτα όμως σέρβιραν καφέ κάτι πενθούσαν ποιος θυμάται μια γυναίκα αρχίζει να γελάει ρίχνοντας κάτω το βάζο της επισημότητας το γέλιο απλώνεται στους μύες του σώματος της και το αναγκάζει σε μια ακανόνιστη σύσπαση ηχεί στην τελειωτική έκφραση ενός κύκλου που κλείνει και οφείλει στον κόσμο έναν μορφασμό που να μη θυμίζει θάνατο ένας άντρας την πλησιάζει είναι τυφλός ακολουθεί τον ήχο όλοι οι άλλοι κάνουν πίσω την αγκαλιάζει σφιχτά μια ακτίνα φωτός τους σημαδεύει ρουφάει το γέλιο απ΄το στόμα της
η ακτίνα τους πυροβολεί.
α.κ.
σκίτσο: Γιώργος Τσόπανος
όπως ξεδιπλώνεται γυρίζει, γυρίζει, γυρίζει…
Εκείνο το γυμνό πρωινό μαζεύτηκαν για το έσχατο συσσίτιο οι μνήμες όλης της ανθρωπότητας η βουβαμάρα των κλειστών παράθυρων και η φλυαρία των τρελών σε μια ουρά απέραντη να εκτείνεται πέρα από τον ρημαγμένο ορίζοντα των πεινασμένων. Το γεύμα ήταν λειψό ψωμί και σούπα από κρέας σάπιο πρώτα όμως σέρβιραν καφέ κάτι πενθούσαν ποιος θυμάται μια γυναίκα αρχίζει να γελάει ρίχνοντας κάτω το βάζο της επισημότητας το γέλιο απλώνεται στους μύες του σώματος της και το αναγκάζει σε μια ακανόνιστη σύσπαση ηχεί στην τελειωτική έκφραση ενός κύκλου που κλείνει και οφείλει στον κόσμο έναν μορφασμό που να μη θυμίζει θάνατο ένας άντρας την πλησιάζει είναι τυφλός ακολουθεί τον ήχο όλοι οι άλλοι κάνουν πίσω την αγκαλιάζει σφιχτά μια ακτίνα φωτός τους σημαδεύει ρουφάει το γέλιο απ΄το στόμα της
η ακτίνα τους πυροβολεί.
α.κ.
σκίτσο: Γιώργος Τσόπανος
Παρασκευή 13 Αυγούστου 2010
Broken glass eye
Sometimes I can see you walk down the streets
Walking and talking alone in the dark
Sometimes I can see you walk down the streets
I see you through my broken glass eye
Someday I will leave you and I’ ll follow some freaks
I ‘ll leave you walking straight up to this mark
Someday I will leave you and i’ ll follow some creeps
I used to forgive you I used not to cry
Somehow I know that you ‘ll never believe me
You ‘ll just keep on walking on glasses and blood
Somehow I know that you ‘ll never believe me
The moon will stop rising, the laughter’ll be sad
Somewhere I’ ll be watching you coming along
In a magic sphere with whispers and spells
Somewhere I’ ll be watching you coming along
In my broken glass eye, in heavens, in hells
e.s.
Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010
Εγχαράξεις
Μέσα στα θραύσματα της απώλειας πασχίζω να ανασυνθέσω στις μνημονικές εγγραφές των γέλιων/χαραγμένα στο τραπέζι/στην πολυθρόνα/στα εγκεφαλικά στρώματα που κυλιστήκαμε /επιστρέφω/ καθαρός πόνος/ το πρόσωπο ίδιο/ οι αιώνες που πέρασαν πέρασαν μόνο στα κομμένα νύχια/ και τα μαλλιά/ ίσως και στα άγνωστα πρόσωπα που στοιβάχτηκαν στα μάτια μας/ λέξεις/ εκθέματα από πρόσφατες ανασκαφές/ σχεδιασμοί μιας εκδίκησης στην κόψη του τυχαίου/ σε αθώες ερωτήσεις στριμώχτηκε μια φευγαλέα επιθυμία που σφήνωσε στο παράθυρο/χτύπησε/ γύρισε πίσω και με κάρφωσε κατευθείαν στο στήθος/η άγνοια των μορφασμών/ και ο στρόβιλος της μέρας να με στέλνει κατευθείαν στο άπειρο/ πάλι μακριά σου/ η φωνή/ να νανουρίζει μέσα μου ανήσυχα βρέφη/ να πω τη λέξη ολόκληρη/ σήμερα θα φάω όλο μου το φαγητό/ ο πόνος κατοικεί στο στομάχι/και κάπως έτσι ημερεύει.
α.κ.
Δευτέρα 2 Αυγούστου 2010
τοκ τοκ
Ας υποθέσουμε πως ζω μέσα σε μια βαλίτσα. Η βαλίτσα είναι το σπίτι μου. Οι φίλοι μου όταν θέλουν να μ' επισκεφθούν βγαίνουν απ' τα διαμερίσματά τους και χτυπούν ευγενικά τη βαλίτσα μου με τους δεύτερους συνδέσμους των δαχτύλων τους. Κοιτάζω από μια μικρή τρύπα του λουκέτου, αλλά δε βλέπω ποτέ κανέναν. Έτσι δεν τους ανοίγω. Μια νύχτα, ενώ κοιμόμουν, νόμιζα πως είδα ένα όνειρο. Ήρθαν, λέει, να μ' επισκεφθούν τέσσερις εντελώς ξένοι άνθρωποι, οι γείτονες αργότερα είπαν πως τους έβλεπαν για πρώτη φορά, στην πραγματικότητα κανείς δεν τους είχε ξαναδεί ποτέ. Φορούσαν γκρίζα κοστούμια και ασπρόμαυρα λουστρίνια, φαίνονταν πολύ καθωσπρέπει. Χτύπησαν αρκετές φορές. Δεν άνοιξα, αφού από την τρύπα της κλειδαριάς δε φαινόταν κανείς. Το επόμενο πρωί, σήκωσαν τη βαλίτσα, ο καθένας από μια γωνία και τη μετέφεραν για ώρες, ψάλλοντας. Ήμουν σίγουρη πως ήταν όνειρο απ' το οποίο δεν μπορούσα να ξυπνήσω, όμως ήταν αλήθεια, ένα σπίτι- βαλίτσα απ' το οποίο δεν μπορούσα να βγω. Ύστερα τα φτυάρια χωρίς κλάματα.
Ευτυχώς, είναι κατ' ευχήν ελαφρύ το χώμα που με σκεπάζει, κι έτσι μπορώ και σας μιλάω. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, πως ζω μέσα σε μια βαλίτσα κάτω από τη γη.
ε.σ.
Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010
Μικρές ενδοφλέβιες υποθετικές
Και εκείνο το γέλιο
όταν έπεσε στο πάτωμα
πόσο εύκολα έγινε κομμάτια
Ένα σπασμένο γέλιο
να αντηχεί στη βουή του κόσμου
οτι κάποτε
προσπαθήσαμε για λίγη χαρά
Και ότι ίσως
μας δόθηκε λίγη χάρη
Αν όλα άρχιζαν ξανά
Αν
Το μυαλό μου
απλωμένη μπουγάδα
να στεγνώσουν τα τραύματα
Αν όλα άρχιζαν ξανά
Αν
Μέσα στα συντρίμμια της γλώσσας
ψάχνω μια σύνταξη
να αρθρώσει το άρρητο
Αν όλα άρχιζαν ξανά
Αν
Θα ακονίσω τις πιο αιχμηρές σιωπές
να μαχαιρώσω τη φλυαρία του κόσμου
Αν όλα άρχιζαν ξανά
Αν
Να φτιάξω έναν τρόπο καινούργιο
με μεταχειρισμένα υλικά
Αν όλα άρχιζαν ξανά
Αν
Επιθυμώ μια γραμμή αγάπης
να χαρακώσει τις πτυχώσεις του εγκεφάλου μου
Αν όλα άρχιζαν ξανά
Αν
Μικρές ενδοφλέβιες χαράς
στα θολωμένα ξημερώματα
α.κ.
Κυριακή 18 Ιουλίου 2010
Νεγκατίφ
Δεν έχω σπίτι.
Ζω σε ένα παλιό ενυδρείο. Βγαίνω μόνο για να το καθαρίσω κι ύστερα πάλι μέσα. Δεν έχει πόρτα, οι φίλοι μου δε μ' επισκέπτονται, δεν ξέρουν -λένε- από πού να μπουν. Καμιά φορά κάποιος μου πετάει μια παλιά εφημερίδα που λιώνει μες στο νερό πριν προλάβω να τη διαβάσω, κι έτσι κρυώνω περισσότερο.
Δεν έχω σπίτι.
Ασχολούμαι συνεχώς με μπουρμπουλήθρες και καμιά φορά κοιτάζω την ουρά μου και γελάω. Μετά από λίγο δε θυμάμαι τίποτα.
Δεν έχω σπίτι. Μόνο νερό. Ούτε να κολυμπήσω ξέρω, κι ούτε έχω ποτέ διψάσει.
ε.σ.
Σάββατο 10 Ιουλίου 2010
Ξεχειλίζω μαύρο
Ι
Μια ρυτίδα χάραξε στο πρόσωπο μου
την ανείπωτη γραφή των μορφασμών.
ΙΙ
Άρρωστη η ομορφιά στο πρωινό παράθυρο.
Θρυμματισμένες λέξεις ληγμένων προσευχών.
Ανακύκλωση φθόγγων.
ΙΙΙ
Κουβάρι.
Το κεφάλι μου κουβάρι.
Ψάχνω την αρχή του νήματος
να ξεκινήσω να ξετυλίγω αυτόν τον στρογγυλό όγκο
-λέξεις, μνήμες και σιωπές-
αλλά τίποτα.
Κάπου εκεί μέσα
βρίσκομαι τυλιγμένη κι εγώ.
Ό,τι ειπώθηκε.
Ό,τι ξεχάστηκε.
Θέλω να έρθει κάποιος και ν΄αρχίσει να με ξεπλέκει.
Κι έπειτα να με πλέξει βελονάκι.
Και στις γιορτές να με στρώσει στο τραπέζι
με τα καλά μαχαιροπήρουνα και κεράκια.
Έτσι, να δοθεί ένας τόνος γιορτής
στο κουρασμένο μου μυαλό.
VI
Άλλοτε γίνομαι καρέκλα
Άλλοτε χτύπος ρολογιού
Άλλοτε κούνια
Άλλοτε καθρέφτης
Άλλοτε τρένο
Άλλοτε κρεμάστρα
Άλλοτε φέρετρο.
Είναι και κάτι φορές που παίρνω ανθρωπόμορφη όψη.
Και τότε τρομάζω.
V
Και στις άχρωμες μέρες θα ψάχνω για λίγο πράσινο
Γιατί χρόνια ξεχειλίζω μαύρο.
α.κ.
Τρίτη 29 Ιουνίου 2010
Ιστορία ονόματος
Κάποτε, ένας άντρας ξέχασε το όνομα του. Θυμόταν που απέκτησε όλες τις ουλές στο σώμα του, αλλά όχι το όνομα του. Θυμόταν γιατί έκτισε εκείνον τον τοίχο μπροστά από τους ανθρώπους, αλλά όχι το όνομα του. Θυμόταν πότε φύτρωσαν κάγκελα στην πόρτα του, αλλά όχι το όνομα του. Θυμόταν πότε αγόρασε αυτές τις βαριές κουρτίνες, αλλά όχι το όνομα του. Θυμόταν πότε άφησε απλήρωτο το τηλέφωνο, αλλά όχι το όνομα του. Θυμόταν πότε κλείδωσε όλες τις πόρτες, αλλά όχι το όνομα του. Έτσι, που ήρθαν τα πράγματα, μάλλον δε θα του χρειαζόταν πια. Δεν ήταν ανάγκη να συστηθεί σε κανέναν.
α.κ.
Σάββατο 19 Ιουνίου 2010
Suicidal
Ο άντρας ξυπνάει κάθε πρωί στις οχτώ, κλείνεται σ’ ένα δωμάτιο και κατασκευάζει μνήμες. Έχει πολλά υλικά και όλα τα χρώματα, τις φτιάχνει ανάλογα με τα κέφια του. Μόλις κλείσει οχτάωρο, το μεσημέρι, σταματάει. Τότε, αρχίζουν να του χτυπάνε το κουδούνι διάφοροι μυστήριοι τύποι, διάφανοι από την αϋπνία. Εκείνος μπορεί και τους βλέπει, γιατί έχει κατασκευάσει κάποτε για τον εαυτό του μια μνήμη διάφανων ανθρώπων. Αγοράζουν τις καινούργιες μνήμες όσο όσο, και φεύγουν ευτυχισμένοι. Κανείς δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει μια ξένη μνήμη, είναι ανήθικο. Τις νύχτες που ο άντρας ξεκουράζεται, οι διασώστες έχουν πολλή δουλειά. Η πόλη γεμίζει διάφανα πτώματα, βρίσκονται στα πιο απίθανα σημεία. Κρεμασμένα στη γέφυρα , στριμωγμένα στα πορτ μπαγκάζ, κουλουριασμένα σα γάτες στις ρόδες φορτηγών, σε τηλεφωνικούς θαλάμους, στους αρμούς των πεζοδρομίων, μέσα σε γραμματοκιβώτια. Η αστυνομία αναζητά συνεχώς κόσμο να αναγνωρίσει τα πτώματα. Νεκροί ή ζωντανοί, κανείς δε θυμάται τίποτα, κι έτσι η διαδικασία αυτή κρατάει για χρόνια. Οι νεκροί μπαίνουν σε μεγάλα ψυγεία, οι κατασκευασμένες μνήμες γίνονται πολύχρωμα παγάκια και λαμπυρίζουν αιώνια. Ο ζωντανός αυτός άντρας μια φορά, έκανε το χρέος του.
ε.σ.
Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010
ιστορία εντατικής
Κάποτε, μια γυναίκα μπήκε σ΄ένα λευκό δωμάτιο και ξάπλωσε σ΄ένα κρεβάτι εντατικής θεραπείας. Ξάπλωσε εκεί για μέρες, ώσπου το σώμα της μούδιασε εντελώς. Κανείς δε θυμόταν τι ήταν αυτό που έφερε αυτή τη γυναίκα σ΄εκείνο τον χώρο. Κάποιο ατύχημα ίσως ή κάτι…Τις ώρες επισκεπτηρίου μαζεύονταν όλες οι ανομολόγητες ενοχές της, κάποια ορφανά χάδια, ένα άδειο βλέμμα από αγαπημένο πρόσωπο, ένας ανεπίστρεπτος χαιρετισμός, κάτι νύχτες χωρίς χάδι, ένας χρόνιος εθισμός, μια ψυχαναγκαστική τελετουργία, φαντασιακοί φόνοι και εκείνη η έντονη αίσθηση του να νιώθει ξένη και υπό διαρκή απειλή ακόμα και στις «κρυψώνες» της. Κι ενώ εκείνη βρισκόταν στην τρομακτική θέση της εντατικής, το ψυχροπολεμικό κλίμα των εκλεκτών συγγενών της συνεχιζόταν γύρω από το αγνώστου αιτίας πάσχον σώμα της. Ένα απόγευμα σηκώθηκε λοιπόν όρθια ξαφνικά. Φώναξε «Όλοι έξω». Ντύθηκε. Και πήρε εξιτήριο. «Έγινε κάποιο λάθος», είπε στους γιατρούς. «Ψαλιδάκι για τα νύχια έπρεπε να πάρω. Να κόψω κάποιους εκλεκτούς δεσμούς».
α.κ.
Πέμπτη 10 Ιουνίου 2010
Μεγάλα σχέδια
ακούω φωνές μέσα από το καλάθι των αχρήστων σκύβω να δω και βλέπω στο βάθος τρεις ανθρώπους γύρω από ένα τραπέζι για φως έχουν μόνο ένα μικρό κερί συζητούν χαμηλόφωνα πιθανόν για να μην τους καταλάβω που σχεδιάζουν εκεί μέσα βαθιά προσηλωμένοι το τέλος του κόσμου
ώσπου ο ένας κάνει μια αδέξια κίνηση πέφτει κάτω το μικρό κερί και παίρνει φωτιά το σπίτι
ε.σ.
Τρίτη 1 Ιουνίου 2010
ιστορία καπνού
Κάποτε μια γυναίκα κάπνισε με μανία. Κάπνισε μια παρατεταμένη σιωπή στην οποία για πρώτη φορά δεν το έβαλε στα πόδια, κάπνισε μια κρίση πανικού σε μια πολύβουη κεντρική πλατεία, κάπνισε μια συνάντηση μ΄έναν άγνωστο στην οποία ένιωσε κάπως άβολα, κάπνισε ένα απρόσμενο χάδι από αγαπημένο πρόσωπο, κάπνισε μια τελεσίδικη απώλεια κάποιου που αγάπησε πολύ, κάπνισε ένα παράπονο που δε βρήκε ποτέ δρόμο στη φωνή, κάπνισε μια χρόνια αναμονή μιας τρυφερής σκηνής, κάπνισε κάποιες ξέμπαρκες ενοχές, κάπνισε λέξεις που ψιθύρισε στο σκοτάδι, κάπνισε μνήμες από προδοσίες, κάπνισε αγχωμένα πρωινά ξυπνήματα, κάπνισε κάτι ακατανόητα όνειρα, κάπνισε το παραμύθι που της αφηγήθηκε μια γυναίκα ένα χειμωνιάτικο απόγευμα, κάπνισε, κάπνισε, κάπνισε. Και έπειτα έβηξε.
α.κ.
Πέμπτη 27 Μαΐου 2010
Προκήρυξη Ιδρύματος "Τάκης Σινόπουλος"
Ίδρυμα «Τάκης Σινόπουλος»
Ποιητικό Εργαστήρι
2010-2011
Εάν είσαι νέος ή νέα από 18 έως 30 ετών, αγαπάς την ποίηση και γράφεις ποιήματα δήλωσε συμμετοχή στο Ποιητικό Εργαστήρι του Ιδρύματος «Τάκης Σινόπουλος» που θα λειτουργήσει από το Φθινόπωρο του 2010 έως την Άνοιξη του 2011.
* Στείλε με το ταχυδρομείο, συμβατικό ή ηλεκτρονικό, 3-5 σελίδες δείγμα της ποιητικής σου δουλειάς. (Συμπλήρωσε: ιδιότητα, ηλικία, διεύθυνση, τηλέφωνο)
* Μέρος της ποιητικής σου δουλειάς στο Εργαστήρι θα δημοσιευθεί την επόμενη χρονιά στο περιοδικό του εργαστηρίου «Τα Τετράδια του Ελπήνορα», ενώ θα έχεις την ευκαιρία να γνωρίσεις και να συνεργαστείς από κοντά με σημαντικούς εκπροσώπους της σύγχρονης ελληνικής ποίησης.
* Όσοι επιλεγούν θα βραβευθούν με το εφάπαξ σπουδαστικό επίδομα των 300,00 ευρώ.
Ο κύκλος των σπουδών θα είναι διετής. Ο πρώτος χρόνος θα είναι αφιερωμένος στη ελληνική και ο δεύτερος στην ευρωπαϊκή ποίηση.
Τις εργασίες του Ποιητικού Εργαστηρίου θα διευθύνουν η ποιήτρια και φιλόλογος Τασούλα Καραγεωργίου και η ποιήτρια και καθηγήτρια του πανεπιστημίου Αθηνών της αγγλικής λογοτεχνίας Λιάνα Σακελλίου.
Το ποιητικό Εργαστήρι λειτουργεί από το Φθινόπωρο εώς την Άνοιξη του επομένου έτους στην έδρα του Ιδρύματος στον Περισσό.
Δηλώσεις συμμετοχής το αργότερο έως 30 Σεπτεμβρίου 2010. Το Ίδρυμα θα βεβαιώνει, με επιστολή του —έντυπη ή ηλεκτρονική— την παραλαβή.
Οι ποιητικές εργασίες να στέλνονται στην έδρα του Ιδρύματος: Τάκη Σινόπουλου 22, 111 42 ΠΕΡΙΣΣΟΣ, ή —συνιστάται ιδιαιτέρως— με e-mail στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Ιδρύματος: elpenor@otenet.gr
Πληροφορίες στο τηλέφωνο 210-2583416, ώρες 10-13 κάθε πρωί.
Σάββατο 22 Μαΐου 2010
Καλοκαιρινό
δεν μπορώ να κοιμηθώ σηκώνομαι στολίζω το σπίτι μαγειρεύω κρύβω κέρματα μέσα στα συρτάρια κάτω από το χαλί μέσα στα βιβλία κάτω από ποτήρια παίρνω ένα μαχαίρι να μοιράσω τα κομμάτια σταυρώνω κάνω πως είναι παραμονή πρωτοχρονιάς καλώ όλους μου τους φίλους δεν εμφανίζεται κανείς όμως δεν απογοητεύομαι σαν έρθει η ώρα σβήνω τα φώτα κλείνω την τηλεόραση κι εκείνη συνεχίζει να φωνάζει Ησυχία! να υποδεχτούμε την τρέλα που έρχεται
ε.σ.
Πέμπτη 13 Μαΐου 2010
Μόνο λέξεις.
Γεννήθηκα στο ράγισμα του κόσμου. Τράφηκα με τη σάρκα μου. Αρρώστησα από εμπύρετες μοναξιές. Με νανούρισε μια φωνή, παρατεταμένο φωνήεν, η χάρη του θηλυκού γένους. Τρόμαξα -εισβολή του ξένου μέσα στη μήτρα. Σφράγισα με ενοχή τη γεύση της χαράς. Ξέρασα σε διαδρόμους δηλητηριώδη νεύματα. Φίλησα πειρατικά μάγουλα. Ανακάλυψα τη χημεία του χαρτιού με το μελάνι. Ορκίστηκα πτώσεις σε βρεγμένες μπουγάδες. Χόρεψα στο ρυθμό της απόγνωσης. Μέθυσα από αλκοολούχα απουσία. Σιγομουρμούρισα την ομορφιά των γυμνών σωμάτων. Κατάπια την καταχνιά του κόσμου. Σήκωσα στους ώμους μου τα πετρωμένα βλέμματα. Χάθηκα στους αντικατοπτρισμούς. Έπαιξα το παιχνίδι των ενοχών. Ενσωματώθηκα σε θλιβερούς μικρόκοσμους. Καταμέτρησα τις ύστατες ανάσες. Συγύρισα τις ακατάστατες μνήμες. Άρθρωσα την κραυγή σε λέξεις. Σιχτίρισα τους παρατεταμένους χειμώνες. Έσπειρα σιτάρι στην αυλή μου. Άφησα ίχνη πριν μπω στα δαιδαλώδη μονοπάτια του μυαλού. Συναντήθηκα με τους ανθρώπους όχι στους γκρεμούς μα στις ανοιχτές εκτάσεις. Σκιαγράφησα τις φωτεινές μέρες. Ένιωσα το απέραντο κάλλος της ύλης. Ο χρόνος σκάλισε στο σώμα μου την ιστορία του. Κι έγινα ολόκληρη ένα στόμα. Ποτέ για φιλιά. Μόνο λέξεις.
α.κ.
Κυριακή 2 Μαΐου 2010
Νυστερία
Χτες το πρωί θέλω να πεθάνω. Στις ειδήσεις μιλάνε συνεχώς για έναν τύπο που κακοποίησε το άλογό του μέχρι θανάτου. Μετά δείχνουν μια γυναίκα που μου μοιάζει καρμπόν, είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση, έκκληση αιμοδοσίας. Πηγαίνω στο νοσοκομείο, κάτι άθλιοι νοσοκόμοι με ξεσκισμένες βρώμικες γάζες για πρόσωπα, παίρνουν όλο μου το αίμα, δε μ’ αφήνουν ούτε μια σταγόνα όσο κι αν τους παρακαλάω. Ύστερα το βάζουν σε κουβάδες, ειδικές αποστολές το μεταφέρουν και το αδειάζουν στην άσφαλτο. Ο τελευταίος κουβάς μισός, μια καθαρίστρια σφουγγαρίζει κόκκινους τους διαδρόμους. Μένω για λίγες μέρες στη μέση του δρόμου και όταν έρχεται το μέλλον γυρίζω πίσω με τα πόδια. Σε άλλη χώρα είναι το σπίτι μου. Πόσο σκληρός είναι αυτός ο κόσμος και ποιός πετάει τις ζωές μας στα σκουπίδια; Να δυο πράγματα που δεν θα μάθουμε ποτέ.
ε.σ.
(φωτό)
Πέμπτη 29 Απριλίου 2010
Πέμπτη 22 Απριλίου 2010
έχω μια λέξη
Έχω μια λέξη καρφωμένη στα χείλη μου και μια καταραμένη σιωπή στην καρδιά μου έχω έναν πόνο που επιστρέφει τα ξημερώματα και μου ζητάει πίσω όλες τις ευτυχισμένες μέρες μου έχω μια θλίψη μεθυσμένη να ξερνάει στα πεζοδρόμια καρφωμένα βλέμματα έχω ένα φυλακισμένο παράπονο να δίνει το ρυθμό σε αποσυντονισμένους λυγμούς έχω μια πρόστυχη αλήθεια να διαλύει τακτοποιημένες μνήμες στα ντουλάπια ένοχων ιστοριών έχω αναίμακτες φλυαρίες που γεμίζουν παράδοξα κενά έχω ένα γέρο στη γλώσσα μου να λέει όλα τα βρώμικα αστεία έχω ένα ζευγάρι φτερά στην ντουλάπα να ονειρεύονται τα μεγάλα ταξίδια έχω ένα βλέμμα ξεχειλισμένο από αλμύρα να δίνει γεύση σε ένδοξα ψέματα έχω ένα εισιτήριο στην τσέπη μου για να ακυρώνει τη μεγάλη φυγή έχω ένα μαχαίρι κάτω απ΄ το μαξιλάρι μου να πραγματοποιεί όλους τους φαντασιακούς φόνους έχω έναν εχθρό κολλημένο στο πίσω μέρος του μυαλού μου να απειλεί να διαλύσει την τάξη έχω έναν προδότη μέσα στο σπίτι μου που καταστρέφει τα οικογενειακά γεύματα έχω ένα δρόμο στο δρόμο μου να φτιάχνει νέους δρόμους έχω ένα κέρμα στο κεφάλι μου που πληρώνει τα διόδια στα σύνορα της λογικής έχω ένα πρόσωπο στον τοίχο μου να προσθέτει μορφασμούς στην δίνη των εποχών έχω ένα χάδι στα δάχτυλα μου να αναμένει ένα σώμα να λυτρωθεί έχω ένα χαμόγελο κρυμμένο στο πρόσωπο μου
για σένα
και μια λέξη να στην ψελλίσω όταν επιστρέψεις
από την απουσία.
α.κ.
Τετάρτη 14 Απριλίου 2010
Ανακοίνωση
Κυριακή 11 Απριλίου 2010
Τρίτη 30 Μαρτίου 2010
Οδός Λήθης 3.836, Διαμέρισμα πρώτο, Όροφος πρώτος
Σελίδα ημερολογίου Νεαρού άντρα
«Πεντηκοστή μέρα του Νέου Έτους»
«Το πρωί παρατηρούσα το βάρος του σύμπαντος στο παράθυρο. Η επανάληψη καρέ αφήνει τη συνέχεια με ένα κενό. Ξέρω πως δεν είναι έτσι (ή κοιτούσα αλλού). Ό, τι έχει περάσει φαίνεται μια στιγμή. Κι όμως από μια τυχαία συνάντηση γλώσσας γίνεται όλος ο χρόνος. Ο χρόνος ολόκληρος. Έχει αέρα απόψε. Καρφώνω το μυαλό στους εντοιχισμένους ήχους. Γαυγίσματα, κόρνες, νανουρίσματα και σιωπές. Η σιωπή στην επιφάνεια και οι ήχοι πίσω. Αυτό συμβαίνει κυρίως τα βράδια. Προσθέτω στη μνήμη στερέωση, αλλά πάντα σε μικρές δόσεις. Κάποιος πέρασε και μιλούσε μόνος. Η ώρα είναι περασμένη. Όπως πάντα πριν. Βουτάμε στην εποχή των ιπτάμενων μπαλκονιών».
α.κ.
Τρίτη 23 Μαρτίου 2010
Γιάννης Ζελιαναίος, ο Διάβολος πάνω σε στρατσόχαρτο
Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010
Η νόσος των δακρύων σε αριθμούς
Κρατάει στα χέρια της μια μεγάλη σκάλα κάποιος της ανοίγει την πόρτα μπαίνει στο σούπερ μάρκετ τοποθετεί τη σκάλα στη μέση ενός διαδρόμου ανεβαίνει στο δεύτερο στο τρίτο σκαλοπάτι κοιτάζει προσεχτικά στα ράφια θέλει να βάλει στο καλάθι της δεκάδες μπουκάλια μαλακτικο ρούχων και διακόσια πενήντα φακελάκια έτοιμες σούπες σε σκόνη τα κοιτάζει προσεχτικά σε λίγο θα τα αγοράσει αφού πρώτα βεβαιωθεί πως περιέχουν αρκετά συντηρητικά ώστε να μην αποκτήσει καμία νέα ρυτίδα αυτό το μήνα.
Γυρίζει στο σπίτι της βάζει κρέμα ημέρας κρέμα νύχτας κρέμα μέρα νύχτα κρέμα σώματος κρέμα ματιών κρέμα σώμα μάτια δεν υπάρχουν ακόμα κρέμες γι’ αυτό που την απασχολεί αλλά δε βαριέσαι καταπίνει τέσσερα ροζ χάπια με εκχυλίσματα σπάνιων φυτών του Αμαζονίου δεκαεπτά γαλάζια χάπια που καταπολεμούν τη νόσο των δακρύων βάζει ένα μακρύ βυσσινί νυχτικό μπαίνει μέσα στο ψυγείο και κοιμάται ξυπνάει νωρίς από τη φασαρία της βιοτεχνίας με τους καθρέφτες ακριβώς απέναντι απ’ το σπίτι· στον ύπνο της όμως γελάει τόσο πολύ που το ψυγείο τραντάζεται γελάει για ώρες ονειρεύεται, λέει, πως κάτι μυστήριοι άνθρωποι αυτοκτονούν μέσα στους καθρέφτες της βιοτεχνίας, κάποτε- θέλοντας να διαπιστώσω το εύρος της αποτελεσματικότητας των φαρμάκων- της διηγήθηκα μια πολύ θλιβερή ιστορία για έναν ηλικιωμένο κύριο που σκοτώθηκε πέφτοντας μια νύχτα σ’ έναν υπόνομο ενώ η οικογένειά του έτρωγε και έπινε και γλεντούσανε σε μια ταράτσα κι αυτή σοβάρεψε ακόμα περισσότερο το άκαμπτο πρόσωπό της και είπε:
Ο θάνατος είναι πάντα μια αστεία υπόθεση.
ε.σ.
Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010
Οδός Λήθης 5.620, Μεγάλος τοίχος σε εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο
Παρασκευή 12 Μαρτίου 2010
Σάββατο 6 Μαρτίου 2010
Οδός Λήθης 25, Γυάλινος Τοίχος Εταιρείας Ηλεκτρισμού
Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010
ατυχίες
Ένα αυτοκίνητο περνάει με κόκκινο και
γίνεται θρύψαλα
πάνω σ’ έναν τοίχο
Σ’ ένα άλλο φανάρι ένας μετανάστης
προσπαθεί να πουλήσει ό, τι δεν κατάφερε να πουλήσει κανείς μέχρι τώρα
Μια μάνα σφίγγει στην αγκαλιά της με δύναμη
ένα μωρό και το σκάει
Το χαλάκι της εξώπορτας αρχίζει να πετάει
αρνούμενο την ταπεινότητά του
Ένα βιολί τρελαίνεται κι ακούγεται
σαν πιάνο
Ένα πιάνο τρελαίνεται κι ακούγεται
σαν σφυρί που καρφώνει στραβά ένα καρφί στον τοίχο
Εκεί κρεμάω έναν τεράστιο καθρέφτη
κι αυτός πέφτει
και γίνεται χίλια κομμάτια
Εφτά χρόνια γρουσουζιά ακόμα,
[έχω κι ένα υπόλοιπο απ’ τον παλιό λογαριασμό]
Ένα ρολόι
γίνεται μολύβι
ένα μολύβι γίνεται νανούρισμα
ένα νανούρισμα γίνεται
μοιρολόι
κι έτσι πάλι ξαγρυπνώ.
Ένα κουνούπι αυτοκτονεί υπερήφανο
πίνοντας το αίμα του
για να μην το σκοτώσω·
μ’ αυτό τον τρόπο παραμένει νεκρό για πάντα
Εν ολίγοις, θέλω να σας πω πως
αλλάζουν τα πράγματα
ε.σ.
Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2010
Οδός Λήθης 768, Διαμέρισμα πέμπτο, Όροφος τρίτος
Μονόλογος γυναίκας απευθυνόμενος σε άντρα που παρακολουθεί τηλεόραση.
«Πάνω κάτω.
Πάνω κάτω.
Πάνω κάτω.
Τώρα απελπίζομαι με μέτρο κι αυτό μόνο τα βράδια.
Παθιάζομαι με συνταγή του γιατρού κι αυτό την άνοιξη.
Σφάγιασα όλες μου τις εμμονές και τις έριξα στον κάδο ανακύκλωσης.
Στην επόμενη «ζωή» τους θα γίνουν οι χαρές μου.
Τα δύο τελευταία χρόνια φύτρωσαν φτερά στο σώμα μου δύο φορές.
Μόνο που ήταν μικρά ακόμη και δεν μπόρεσα ποτέ να πετάξω.
Τα πότιζα κάθε μέρα δύο φορές πρωί και απόγευμα αλλά τίποτα.
Όταν είπα σε μια περαστική γυναίκα ότι είμαι άγγελος
με κοίταξε πανικοβλημένη.
Θεώρησε μάλλον ότι ψεύδομαι.
Όμως εγώ, είχα αποφασίσει ότι θα λέω σε όλους την αλήθεια
όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό.
Αναμένω λοιπόν την επανάληψη της πράξης για να φτιάξω το ρόλο μου. Αποφάσισα επίσης να μην πω ποτέ ξανά σε κανέναν την αλήθεια μου.
Απλά να πετάξω.
Δεν μπορεί.
Τότε θα με πιστέψουν.
Πρέπει να με πιστέψουν.
Δε μπορεί…»
α.κ.
Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2010
Το βασίλειό σου
Αυτές οι μέρες έχουν πάντα αίσιο τέλος
Μάγισσες ηττημένες που θα φύγουν
Χρυσές πλεξίδες σε παράθυρα που ανοίγουν
Δράκοι που πέφτουνε νεκροί από ένα βέλος
Μη βγεις ποτέ μέσα από τις σελίδες
Εκεί θα είσαι η δική μου αγαπημένη
Με μάγους και με ξωτικά τριγυρισμένη
κι απ’ τις δικές μου τις στεγνές ελπίδες
Θα ‘ρθω και θα σε πάρω κάποιο βράδυ
Σαν πρίγκιπας με το άτι σαν ιππότης
Κουτσός και μολυβένιος στρατιώτης
Ή ακόμα, με της μάχης το σημάδι
Σα βάτραχος, σαν κύκνος ή σα λύκος
Μα όπως και να ‘χει, πληγωμένος ως συνήθως
ε.σ.
Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2010
Οδός Λήθης 1.251, Φρεσκοβαμμένος τοίχος Δημοσίου Κτιρίου.
Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010
Smoking kills
Καπνίζω ασταμάτητα.
Ένα σπίρτο που έχει μεγάλο στόμα έλεγε όλη τη νύχτα
Κάπνισε κάπνισε κάπνισε
και δε με άφησε να κλείσω μάτι.
Ένα τηλέφωνο έγινε σφυρί
και προσγειώθηκε σ’ ένα κεφάλι. Το άνοιξε στα δύο
κι από μέσα βγήκαν χιλιάδες λέξεις.
Και κάπου εδώ αρχίζει το όνειρο.
Απαγορεύεται η καταγραφή κι έτσι
μη έχοντας τι άλλο να κάνω
τριγυρνάω στις παιδικές χαρές.
Έρχεται λοιπόν αναπόφευκτα μια μέρα που
φτιάχνω ένα μαγικό φίλτρο
και κάνω τις ελεύθερες ώρες
παντοτινές
ε.σ.
Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2010
Οδός Λήθης 225, Διαμέρισμα έκτο, Όροφος τρίτος
Η βροχή μέσα
περίσσεψαν μόνο αυτά εδώ τα ψίχουλα
ένα μολύβι
ένα στόμα που γελάει
ένα φλιτζάνι από καφέ άπλυτο για αιώνες
ένα θυμωμένο ρούχο
που δεν ήρθες
μια τσαλακωμένη επιθυμία που ταξίδεψε ποδοπατούμενη απ' το πλήθος
την πάτησα κι εγώ κάποτε
πλήθος ήμουν
δεν την είδα
τώρα περίσσεψαν μόνο αυτά εδώ τα ψίχουλα
θα τα αφήσω
να ζήσουν ήσυχα
για πάντα
πάνω στο τραπέζι
και θα μετακομίσω
ε.σ.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)